Τις τελευταίες ημέρες το όνομα του Σωτήρη Τσαφούλια βρέθηκε και πάλι στο προσκήνιο. Αυτή τη φορά, ο λόγος που έγινε αυτό δεν είναι μια ακόμα κινηματογραφική του επιτυχία ή κάποια άλλη δουλειά του αλλά ο τρόπος με τον οποίο επέλεξε να μιλήσει στις κόρες του για το revenge porn.
«Εγώ τους έκανα προχθές μια συζήτηση, ότι μπορεί, αύριο, μεθαύριο, να πέσεις στην παγίδα, όλοι έχουμε πέσει, και ενώ βρίσκεσαι σε μια πολύ προσωπική στιγμή με το αγόρι σου, αυτός να έχει βάλει ένα κινητό κάτω από ένα μαξιλάρι ή σε μια τσάντα που έχει μια τρύπα και να το μαγνητοσκοπήσει και να το βγάλει. Κοίταξε μην πας και μου πηδήξεις από κανένα μπαλκόνι. Δεν έγινε και τίποτα» ήταν τα λόγια του Σωτήρη Τσαφούλια στη συνέντευξη που παραχώρησε στο Dot το περασμένο Σαββατοκύριακο
Τις τελευταίες ημέρες το όνομα του Σωτήρη Τσαφούλια βρέθηκε και πάλι στο προσκήνιο. Αυτή τη φορά, ο λόγος που έγινε αυτό δεν είναι μια ακόμα κινηματογραφική του επιτυχία ή κάποια άλλη δουλειά του αλλά ο τρόπος με τον οποίο επέλεξε να μιλήσει στις κόρες του για το revenge porn.Remaining Time-0:00FullscreenMute
«Εγώ τους έκανα προχθές μια συζήτηση, ότι μπορεί, αύριο, μεθαύριο, να πέσεις στην παγίδα, όλοι έχουμε πέσει, και ενώ βρίσκεσαι σε μια πολύ προσωπική στιγμή με το αγόρι σου, αυτός να έχει βάλει ένα κινητό κάτω από ένα μαξιλάρι ή σε μια τσάντα που έχει μια τρύπα και να το μαγνητοσκοπήσει και να το βγάλει. Κοίταξε μην πας και μου πηδήξεις από κανένα μπαλκόνι. Δεν έγινε και τίποτα» ήταν τα λόγια του Σωτήρη Τσαφούλια στη συνέντευξη που παραχώρησε στο Dot το περασμένο Σαββατοκύριακο.
Και στο παρελθόν όμως, όταν το κίνημα #metoo “έσκασε” στη χώρα μας, ο Σωτήρης Τσαφούλιας είχε κάνει μια σημαντική τοποθέτηση μέσα από το Πρωινό αποδεικνύοντας πως εκτός από ένας πολύ αξιόλογος καλλιτέχνης είναι και ένας πολύ αξιόλογος άνθρωπος.
“Ακούω να μιλάμε για τους ανθρώπους που τους κατηγορούν και αποκαλούνται μεγάλοι καλλιτέχνες. Ποιος είναι ο μεγάλος καλλιτέχνης; Δεν υπάρχει μεγάλος καλλιτέχνης αν δεν έχεις γίνει σπουδαίος άνθρωπος…” ήταν τα τότε λόγια του.
Ποιος είναι όμως ο Σωτήρης Τσαφούλιας;
Γέννημα θρέμμα Πειραιώτης, μεγαλωμένος από δυο γονείς που πρόσφεραν τόσο σε εκείνον όσο και στην αδερφή του απλόχερα πολλή αγάπη.
Σαν παιδί, παρότι αρκετά ντροπαλός, στα οικογενειακά τραπέζια ήταν αυτός που θα ανέβαινε στα τραπέζια για να κάνει μιμήσεις και να πει ποιήματα, έτσι εκφραζόταν καλύτερα.
«Ήμουν παιδί πολύ ντροπαλό, αργούσα να εγκλιματιστώ. Ακόμα και σε παιδικά πάρτι, μέχρι να σηκωθώ από τον καναπέ, είχε έρθει η ώρα να φύγουμε. Όταν γινόταν όμως κανένα τραπέζι, ήμουν αυτός που θα με ανεβάζανε να κάνω καμιά μίμηση, να πω ένα ποίημα. Το είχα αυτό από μικρός, εκφραζόμουν καλύτερα έτσι. Ήμασταν από τους πρώτους που είχαμε, στα ’80s, να πάρουμε βίντεο και μόλις κατάφερα να μαζέψω, από κάλαντα και γιαγιάδες, λίγα χρήματα, πήγα και αγόρασα μια βιντεοκασέτα 180άρα, στην οποία έγραφα μόνο το «Θέατρο της Δευτέρας» και καθόμουν και το έβλεπα μετά με τις ώρες.
Η πρώτη μου έντονη κινηματογραφική πώρωση ήταν οι ταινίες του Ρόκι. Υπάρχουν τραγούδια που μπορεί να τα θεωρούμε λιγότερο ποιοτικά, όμως κρύβουν στίχους-διαμάντια και χάνονται γιατί μπορεί να είναι κακή η μουσική – ή ανάποδα. Αν τον απομονώσεις, ο Ρόκι έχει πολλά ποιοτικά χαρακτηριστικά που χάνονται μέσα στο mainstream ύφος. Οι ταινίες έχουν φλοιούς – όσο μπορείς, όσο θες, μπαίνεις. Όσο μπαίνεις, κάτι θα βρίσκεις» είχε αποκαλύψει ο ίδιος. Όταν ανακοίνωσε στους γονείς του την επιθυμία του να ασχοληθεί με τη σκηνοθεσία, τα πράγματα δεν ήταν πολύ θετικά. Τελικά, σπούδασε ναυτιλιακά, δούλεψε σε μια σχετική εταιρεία, στη συνέχεια δημιούργησε μια δική του και εκεί που όλα είχαν πάρει τον δρόμο τους αποφάσισε να κάνει στον εαυτό του δώρο εκείνο το όνειρο που είχε μείνει στη μέση. Έτσι, άρχισε να σκηνοθετεί.
Χωρίς να έχει βγάλει καμία σχολή σκηνοθεσίας αποφάσισε να ψηθεί στην πράξη. Ήταν τότε που αποφάσισε να δημιουργήσει τον “Κοινό παρονομαστή”.
«Όλη μου η καλλιτεχνική φύση μού ξύπναγε έντονα τα καλοκαίρια, όταν πήγαινα στο νησί μου, στα Ψαρά, τόπο καταγωγής της μαμάς, αλλά τελικά και του Πελοποννήσιου μπαμπά, όπως μάθαμε αργότερα. Η προέλευση του επωνύμου μου, Λαΐνης –όπως έχω ονομάσει και τον ήρωα του Έτερος Εγώ–, είναι από κει, το Τσαφούλιας είναι παρατσούκλι. Είναι ασύλληπτο μέρος, βαθιά ενεργειακό, όσοι πάνε ή θέλουν να βρουν σπίτι εκεί ή δεν θέλουν να το ξαναδούν, ούτε στον χάρτη. Είναι νησί που βγάζει μεγάλα πάθη. Εμένα μου έβγαζε πάντα έντονη την ανάγκη να γράψω κάτι. Το πρώτο μου σενάριο ήταν το Έτερος Εγώ. Μου φάνηκε πολύ δύσκολο να γυριστεί, γιατί ήμουν άσχετος. Μετά έγραψα τον Παρονομαστή, που τελικά ήταν πιο δύσκολος σκηνοθετικά. Στην αρχή πλησίασα άλλους σκηνοθέτες, αλλά μου απάντησαν ότι τέτοια σενάρια καταστρέφουν καριέρες. Τελικά, ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης με παρακίνησε να το σκηνοθετήσω. Του χρωστάω πολλά» είχε εξομολογηθεί ο Σωτήρης Τσαφούλιας στη Lifo.
Η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία ήταν ο «Κοινός Παρονομαστής» (2014), με την οποία συμμετείχε σε αρκετά διεθνή φεστιβάλ κερδίζοντας βραβεία σε διάφορες κατηγορίες , ανάμεσα τους το βραβείο Σκηνοθεσίας, Σεναρίου, Καλύτερης ταινίας και Βραβείο Κοινού. Το σενάριο του «Κοινού Παρανομαστή» μεταφέρθηκε στο θεατρικό σανίδι από τον Didier Long (Γάλλο θεατρικό σκηνοθέτη ) και έκανε πρεμιέρα στο «Theatre de l’ Atelier» στο Παρίσι, το 2017.
Το “‘Ετερος Εγώ“, η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του ή οποία στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης απέσπασε 2 βραβεία: Το Βραβείο Κοινού «Μιχάλης Κακογιάννης» και τo Βραβείο Επιτροπής Νεότητας Πανεπιστημίων Θεσσαλονίκης – Καλύτερη Ταινία., που στην συνέχεια μετατράπηκε σε μία από τις επιτυχημένες σειρές των τελευταίων ετών στην Ελλάδα, που λίγο έλειψε να μπει στην διασημότερη πλατφόρμα αναπαραγωγής σειρών, το Netflix.
Πηγή: http://ethnos.gr http://kathimerini.gr http://tlife.gr